Μεταπτυχιακές εργασίες / Master Theses
Μόνιμο URI για αυτήν τη συλλογή
Περιηγούμαι
Πλοήγηση Μεταπτυχιακές εργασίες / Master Theses ανά Ημερομηνία έκδοσης
Τώρα δείχνει 1 - 20 of 301
Αποτελέσματα ανά σελίδα
Επιλογές ταξινόμησης
Τεκμήριο Φοροδιαφυγή των επιχειρήσεων.(Τ.Ε.Ι. Κρήτης, Σχολή Διοίκησης και Οικονομίας (Σ.Δ.Ο), ΠΜΣ Λογιστική και Ελεγκτική, 2009-01-26T12:25:25Z) Μεταξάς, Γεώργιος; Metaxas, GeorgiosΣτην εργασία αυτή εξετάζεται το φαινόμενο της φοροδιαφυγής των επιχειρήσεων στην Ελλάδα. Η φοροδιαφυγή είναι από τα σημαντικότερα ζητήματα που έχει να αντιμετωπίσει η Ελληνική οικονομία και κοινωνία σήμερα. Η διεθνή βιβλιογραφία και έρευνα δείχνει να εστιάζει το θέμα της φοροδιαφυγής περισσότερο στο επίπεδο των φυσικών προσώπων και λιγότερο σε αυτό των επιχειρήσεων. Όμως η φοροδιαφυγή των επιχειρήσεων αναδεικνύεται σε πολύ σημαντικό ζήτημα τα τελευταία χρόνια και για χώρες με πολύ πιο σταθερά δημόσια οικονομικά από ότι η Ελλάδα. Η παρούσα εργασία στα πλαίσια της εμπειρικής διερεύνησης της , εξετάζει το μέγεθος της ασκούμενης φοροδιαφυγής με την χρήση του ποσοστού φορολογικής συμμόρφωσης των επιχειρήσεων , καθώς και τη σχέση του μεγέθους αυτού με τις διαστάσεις της οικονομικής δραστηριότητας των επιχειρήσεων και τον κλάδο δραστηριοποίησης. Χρησιμοποιούνται 3 διαφορετικά μοντέλα πολλαπλής παλινδρόμησης η εκτίμηση των οποίων πραγματοποιείται με τη μέθοδο των ελαχίστων τετραγώνων. Το δείγμα αποτελείται από τα στοιχεία 209 ελληνικών επιχειρήσεων , εκτός Χρηματιστηρίου Αθηνών που εκδίδουν λογιστικές καταστάσεις σύμφωνα με το Ελληνικό Γενικό Λογιστικό Σχέδιο, για μία περίοδο δεκατριών ετών από το 2001 ως το 2013. Στην στατιστική ανάλυση παράγοντες όπως η μόχλευση των επιχειρήσεων δείχνουν να μην έχουν επίδραση στην φορολογική συμμόρφωση των επιχειρήσεων , ενώ άλλοι όπως η περιουσιακή διάρθρωση της επιχείρησης, επιδρούν αρνητικά και άλλοι όπως η αποτελεσματικότητα , το μέγεθος, η ρευστότητα , η αύξηση της κερδοφορίας επιδρούν θετικά στην φορολογική συμμόρφωση των επιχειρήσεων. Τέλος η έκταση της φοροδιαφυγής διαφοροποιείται ανάλογα με τον κλάδο οικονομικής δραστηριότητας της επιχείρησης.Τεκμήριο Λογιστική τυποποίηση σε Ευρώπη και Αμερική. Θεωρητική και εμπειρική προσέγγιση.(Τ.Ε.Ι. Κρήτης, Σχολή Διοίκησης και Οικονομίας (Σ.Δ.Ο), ΠΜΣ Λογιστική και Ελεγκτική, 2014-07-18T13:48:11Z) Σγουράκης, Γεώργιος; Sgourakis, GeorgiosΗ παρούσα εργασία στοχεύει στη μελέτη της λογιστικής τυποποίησης στην Ευρώπη και την Αμερική. Τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα / Διεθνή Πρότυπα Χρηματοοικονομικής Πληροφόρησης (IAS/IFRS) για την Ευρώπη και οι Γενικώς Αποδεκτοί Λογιστικοί Κανόνες (GAAP) του Συμβουλίου Χρηματοοικονομικών και Λογιστικών Προτύπων (FASB) αποτελούν το αποτέλεσμα αυτής της τυποποίησης. Οι στόχοι και οι ιδιότητες των πρώτων, καθώς και το μέλλον των δεύτερων παρουσιάζονται συνοπτικά και περιεκτικά στα πλαίσια της παρούσης, ενώ δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στις ομοιότητες και τις διαφορές που παρουσιάζονται μεταξύ τους. Η βιβλιογραφική επισκόπηση ολοκληρώνεται με τη διερεύνηση της συγκρισιμότητας και της σύγκλισης μεταξύ των δύο, καθώς και των επιπτώσεων της υποχρεωτικής ή μη εφαρμογής τους. Όσον αφορά στην εμπειρική διερεύνηση, σκοπός της είναι η διερεύνηση της γενικότερης τάσης των Αμερικανικών Προτύπων, η οποία προέκυψε από τη βιβλιογραφική ανασκόπηση, να υπερτιμούν σε σύγκριση με τα ΔΛΠ, την αξία των περιουσιακών στοιχείων των επιχειρήσεων, δηλαδή του συνόλου του ενεργητικού τους, είτε μέσω συχνότερων αναπροσαρμογών είτε με διαφορετικές μεθόδους αποτίμησης. Το δείγμα της έρευνας αποτελείται από το σύνολο του ενεργητικού για 84 ευρωπαϊκές και αμερικάνικες επιχειρήσεις υψηλής κεφαλαιοποίησης και για μία περίοδο πέντε ετών (2008-2012). Η διαφορά μεταξύ του μέσου ύψους του ενεργητικού μεταξύ των Ευρωπαϊκών και των Αμερικανικών επιχειρήσεων εξετάζεται με χρήση ελέγχων t τόσο στο σύνολο του δείγματος όσο και ανά κλάδο επιχειρήσεων. Τα αποτελέσματα της έρευνας παρέχουν σημαντικές ενδείξεις ότι η αποτίμηση των περιουσιακών στοιχείων των επιχειρήσεων σύμφωνα με τα US GAAP οδηγεί σε υψηλότερες αξίες σε σύγκριση με την αποτίμηση των ίδιων στοιχείων, εάν αυτήν πραγματοποιούνταν σύμφωνα με τα ΔΛΠ.Τεκμήριο Δυναμική προσέγγιση της κεφαλαιακής διάρθρωσης των ευρωπαϊκών ναυτιλιακών επιχειρήσεων.(Τ.Ε.Ι. Κρήτης, Σχολή Διοίκησης και Οικονομίας (Σ.Δ.Ο), ΠΜΣ Λογιστική και Ελεγκτική, 2014-07-18T13:51:44Z) Τσιγκουνάκη, Ηράκλεια; Tsigkounaki, HrakleiaΤο ζήτημα της καφαλαιακής διάρθρωσης των επιχειρήσεων, αποτελεί ένα από τα πιο πολυσυζητημένα προβλήματα της σύγχρονης χρηματοοικονομικής διοίκησης. Σύμφωνα με την οικονομική θεωρία, η κεφαλαιακή διάρθρωση, καθορίζει την αγοραία αξία και ουσιαστικά την βιωσιμότητα των επιχειρήσεων. Στην παρούσα εργασία,λαμβάνοντας υπόψη την σημαντικότητα του θέματος και παρακινούμενοι από τα διφορούμενα αποτελέσματα προηγούμενων εμπειρικών μελετών, γίνεται προσπάθεια ανάλυσης της κεφαλαιακής διάρθρωσης των ευρωπαίκών ναυτιλιακών επιχειρήσεων της ποντοπόρου ναυτιλίας. Επικεντρωνόμαστε στις ναυτιλιακές επιχειρήσεις, εξαιτίας του μεγάλου όγκου κεφαλαίων που απιτείται για την εύρυθμη λειτουργία τους, λόγω της εντάσεως του ενεργητικού που κατέχουν.Στόχος της παρούσας εργασίας είναι, κατ΄αρχάς ο προσδιορισμός των παραγόντων που επηρεάζουν τηνς κεφαλαιακή διάρθρωση των επιχειρήσεων και ο καθρισμός της θεωρίας της κεφαλαιακής διάρθρωσης που εςφαρμόζουν. Οι παράγοντες αυτοί, εξετάζονται μέσω δυναμικής ανάλυσης πάνελ δεδομένων και ειδικότερα, χρησιμοποιώντας την γενικευμένη μέθοδο των ροπών των πρώτων διαφορών σε ένα από τα δύο στάδια και της γενικευμένης μεθόδου των ροπών συστήματος εξισώσεων. Επίσης, χρησιμοποιούνται στατικά υποδείγματα, τα οποία εκτιμήθηκαν με τις μεθόδους των ελαχίστων τετραγώνων και της γενικευμένης και εφικτής μεθόδου των ελαχίστων τετραγώνων. Για την διεξαγωγή της έρευνας, χρησιμοποιήθηκαν δεδομένα από τις οικονομικές καταστάσεςι 32 ευρωπαϊκών ναυτιλιακών επιχειρήσεων εισηγμένων στο χρηματιστήριο για την περίοδο 2005-2010. Τα αποτελέσματα αποκαλύπτουν, την εφαρμογή της θεωρίας της ιεράρχησης, ενώ αναδικνύεται η θετική σχέση μεταξύ υλικών περουσιακών στοιχείων, φορολογικών πλεονεκτημάτων πουπροκύπτουν από άλλες πηγές εκτός δανεισμού και του δείκτη δανειακής επιβάρυνσης. Επιπλέον παρατηρείται αρνητική σχέση μεταξύ μεγέθους, κερδοφορίας και δανεισμού. Τα αποτελέσματα της έρςυνας συνεισφέρουν στην βαθύτερη κατανόηση των αποφάσεων που λαμβάνουν οι ευρωπαϊκές ναυτιλιακές επιχειρήσεις, σχετικά με την κεφαλαιακή τους διάρθρωση. Το γεγονός αυτό κρίνεται ιδιαίτερα σημαντικό καθώς, αντιπροσωπεύουν έναν από τους μεγαλύτερους ευρωπαϊκούς βιομηχανικούς κλάδους.Τεκμήριο Διερεύνηση της επίδρασης των συστημάτων ERP στη επιχειρηματική απόδοση: Εμπειρική έρευνα.(Τ.Ε.Ι. Κρήτης, Σχολή Διοίκησης και Οικονομίας (Σ.Δ.Ο), ΠΜΣ Λογιστική και Ελεγκτική, 2014-07-18T13:53:19Z) Μελετάκη, Μαρία; Meletaki, MariaΟ σκοπός της εργασίας είναι να διερευνήσει την επίδραση των συστημάτων διαχείρισης επιχειρηματικών πόρων στην επιχειρηματική απόδοση. Στα πλαίσια της παρούσας γίνεται προσπάθεια παρουσίασης της απόδοσης και της σπουδαιότητας των συστημάτων διαχείρισης επιχειρησιακών πόρωμ (ERP) στις επιχειρήσεις, οι οπίες έχουν υιοθετήσει αυτά τα συστήματα και τα χαρακτηριστικά των πληροφοριακών συστημάτων τόσο σε θεωρητικόόσο και σε πρακτικό απίπεδο. Το ερευνητικό μέρος της εργασίας περιλαμβάνει την εμπειρική μελέτη που διεξήχθη σε έξι μεγάλες ελληνικές επιχειρήσεις, σχετικά με την επιχειρηματική απόδοση. Τέσσερις από αυτές τις επιχειρήσεις είναι είναι εισηγμένες στο Χρηματιστήριο Αθηνών. Οι επιχηρήσεις ανήκουν σε διαφορετικούς κλάδους όπως σε εργοστάσιο βιομηχανίας, υγείας, τουρισμού, πλοίου, κατασκευής και χημικής ουσίας. Τα πρωτογενή δεδομένα των επιχειρήσεων που έχουν υιοθετήσει ERP συστήματα συγκεντρώνονται με τη βοήθεια ερωτηματολογίων. Τα ευρήματα έδειξαν ότι υπάρχουν πολλές έρευνες σχετικά με την επίδραση των συστημάτων διαχείρισης επιχειρησιακών πόρων για την απόδοση των επιχειρήσεων.Η βιβλιογραφική επισκόπηση έδειξε μια μικτή σχέση μεταξύ των ERP και της επιχειρηματικής απόδοσης , όπου οι περισσότεροι προτείνουν ότι τα ERP συστήματα βελτιώνουν την απόδοση και λίγοι ερευνητές βρήκαν ότι δεν τη βελτιώνει. Σε γενικές γραμμές πολλά οφέλη στην επιχειρηματική απόδοση επιτεύχθησαν μετά την εφαρμογή του ERP , όπως αναφέρθηκαν από τους επαγγελματίες χρήστες. Τα ERP έχουν βελτιώσει σημαντικάτην ικανότητα να ανταποκρίνονται στους πελάτες, την οργάνωση των επιχειρήσεων ακι την αύξηση των πωλήσεων. Με βάση τα εμπειρικά αποτελέσματα, κύρια προτεραιότητα της εταιρίας, που προσπαθεί να ενσωματώσει ένα σύστημα ERP με επιτυχία, είναι ο σωστός σχεδιασμός, η ενίσχυση των εργαζομένων και η καλή επικοινωνία. Η εργασία παρέχει μια νέα εξέταση των αλληλεξαρτήσεων μεταξύ της επιχειρηματικής απόδοσης και των ERP συστημάτων με ιδιαίτερη έμφαση στην πρόσφατη εμπειρική έρευνα των έξι μεγάλων ελληνικών επιχειρήσεων.Τεκμήριο Θεσμοί, θεσμική αλλαγή και φοροδιαφυγή.(Τ.Ε.Ι. Κρήτης, Σχολή Διοίκησης και Οικονομίας (Σ.Δ.Ο), ΠΜΣ Λογιστική και Ελεγκτική, 2014-07-18T13:54:59Z) Μανιάς, Ιωάννης; Manias, IoannisΣκοπός αυτής της εργασίας, να μας παρέχει το περίγραμμα της θεωρίας των θεσμών και της θεσμικής αλλαγής, και τον τρόπο με τον οποίο οι θεσμοί επιδρούν πάνω στην οικονομική ανάπτυξη μιας κοινωνίας και ενός κράτους. Συγκεκριμένα, γίνεται η προσπάθεια σύνδεσης της έννοιας της φοροδιαφυγής με την θεωρία των θεσμών και της ανάδειξής της ως σημαντικό κοινωνικό και οικονομικό πρόβλημα. Πως η φοροδιαφυγή λειτουργεί ως ένας ανεπίσημος περιορισμός με την ανοχή της ίδιας της κοινωνίας, όπου επιδρά αρνητικά στη σωστή λειτουργία των θεσμών,και κατ΄ επέκταση ενός κράτους καθώς και πως καταλήγει να γίνει θεσμός σε κοινωνίες όπου υπάρχει διαφθορά. Η παρούσα εργασία αποτελεί επισκόπηση της βιβλιογραφίας σε θεωρητικό επίπεδο, καθώς οι θεσμοί έχουν κατ΄ουσίαν ποιοτική υπόσταση με συνέπεια να είναι δύσκολη η ποσοτικοποίηση για την μελέτη τους. Ο κύριος πυρήνας τους παραμένει αυστηρά θεωρητικός (Menard, 2001). Τα στοιχεία πρωτοτυπίας αυτής της εργασίας είναι ότι, ενώ υπάρχει αρκετή βιβλιογραφία που περιγράφει και αναλύει τη θεωρία περί θεσμών, εντούτοις δεν υπάρχει η σύνδεσή της με την φοροδιαφυγή και τον τρόπο που εξελίσσεται μέσα από τους θεσμούς σε μια κοινωνία. Τα βασικά ερωτήματα στα οποία προσπαθεί να απαντήσει η εργασία είναι: Με ποιόν τρόπο εισάγονται οι θεσμοί στις συναρτήσειςνκόστους της οικονομίας; γιατί ορισμένες χώρες αναπτύσσονται ενώ άλλες παραμένουν υποανάπτυκτες (συσσώρευση κεφαλαίου, καινοτομία, επένδυση σε ανθρώπινο κεφάλαιο); πώς μπορούμε να εξηγήσουμε την επιβίωση ορισμένων οικονομιών ακόμη και αν σταθερά έχουν κακές οικονομικές επιδόσεις για μελέτες χρονικές περιόδους;Τεκμήριο Προσδιοριστικοί παράγοντες παρακράτησης ρευστών διαθεσίμων. Εμπειρική διερεύνηση βιομηχανικών επιχειρήσεων εισηγμένων στο ΧΑΑ πριν και μετά το κραχ του 2008.(Τ.Ε.Ι. Κρήτης, Σχολή Διοίκησης και Οικονομίας (Σ.Δ.Ο), ΠΜΣ Λογιστική και Ελεγκτική, 2014-07-18T13:56:19Z) Ζωγραφάκη, Μαρία; Zografaki, MariaΤο κατάλληλο επίπεδο στο οποίο πρέπει να διατηρεί μια επιχείρηση τα ρευστάδιαθέσιμά της αποτελεί σημαντικό παράγοντα για την εύρυθμη λειτουργία της, καθώς σχετίζεται άμεσα με την κάλυψη των αναγκών της και την ανάληψη επενδύσεων. Επηρεάζεται επίσης από τις ακολουθούμενες πρακτικές της επιχείρησης για δανεισμό, εκμετάλλευση επενδυτικών ευκαιριών, διανομή μερισμάτων, οργάνωση της επιχείρησης αλλά και από τις συνθήκες που επικρατούν σχετικά με τα δικαιώματα των επενδυτών, τη δύναμη του τραπεζικού κλάδου, το νομοθετικό πλαίσιο, την πιθανότητα χρεοκοπίας όπως και από άλλους. Η επίδραση των παραπάνω παραγόντων ερμηνεύεται στη διεθνή βιβλιογραφία από τις θεωρίες αντιστάθμισης (trade off), ιεράρχησης (pecking order), αντιπροσώπευσης (agency) και των ασφαλών αποθεμάτων ρευστότητας (buffer stock liquidity). Σκοπός της παρούσας διπλωματικής εργασίας είναι η διερεύνηση, τόσο σε θεωρητικό όσο και σε εμπειρικό επίπεδο, των επιδράσεων των προσδιοριστικών παραγόντων της παρακράτησης ρευστών διαθεσίμων στη μεταβολή των ταμιακών διαθεσίμων των επιχειρήσεων. Ειδικότερα, οι προσδιοριστικοί παράγοντες παρακράτησης ρευστών διαθεσίμων εξετάζονται τόσο για την περίοδο 2001-2010, όσο και ξεχωριστά, δηλαδή, για την περίοδο 2001-2007 και 2008-2010 (περίοδος κρίσης της ελληνικής οικονομίας). Για την επίτευξη του σκοπού αυτού, εκτιμήθηκαν γραμμικά υποδείγματα ρευστών διαθεσίμων των επιχειρήσεων (τυχαίων και σταθερών επιδράσεων) με την μέθοδο των ελαχίστων τετραγώνων, καθώς και με την εφικτή γενικευμένη μέθοδο των ελαχίστων τετραγώνων (FGLS). Για την έρευνα αυτή χρησιμοποιήσαμε ένα δείγμα 42 ελληνικώνβιομηχανικών επιχειρήσεων, εισηγμένων στο Χ.Α.Α. Τα αποτελέσματα της μελέτης δείχνουν ότι, οι μεταβλητές μέγεθος και κερδοφορία ακολουθούν τη θεωρία ιεράρχησης (pecking), δίνοντας μας θετική συσχέτιση, για την μεταβλητή μόχλευση το αποτέλεσμα είναι απροσδιόριστο αφού ανάλογα με το ύψος της μόχλευσης έχω είτε θετική είτε αρνητική συσχέτιση, η μεταβλητή ταμιακές ροές εμφανίζει αρνητική συσχέτιση ακολουθώντας την θεωρία αντιστάθμισης (trade off) και το ίδιο και η μεταβλητή χρονική διάρθρωση του χρέους. Αντίθετα με τις προηγούμενες μελέτες και τις επικρατούσες θεωρίες, είναι τα αποτελέσματα για τις μεταβλητές ρευστότητα και βαθμού παγιοποίησης για τις οποίες προκύπτει θετική σχέση, αποτέλεσμα μη αναμενόμενο. Τέλος δεν προκύπτει καμίααπόδειξη ότι οι κεφαλαιουχικές δαπάνες και οι ευκαιρίες ανάπτυξης επηρεάζουν το ύψος των διακρατούμενων ρευστών διαθεσίμων.Τεκμήριο Εταιρική διακυβέρνηση και εσωτερικός έλεγχος τραπεζών.(Τ.Ε.Ι. Κρήτης, Σχολή Διοίκησης και Οικονομίας (Σ.Δ.Ο), ΠΜΣ Λογιστική και Ελεγκτική, 2014-07-18T13:56:19Z) Βαρδάκη, Ελισάβετ; Vardaki, ElisavetΟ σκοπός της παρούσας μελέτης είναι να παρουσιάσει την αναγκαιότητα για τον έλεγχο των τραπεζών, τα οφέλη από την εφαρμογή των συστημάτων εσωτερικού ελέγχου των τραπεζών και των κυβερνήσεων να προσαρμοστούν στις απαιτήσεις των διατάξεων του κανονιστικού πλαισίου. Στο πρώτο μέρος αναφέρεται στη λειτουργία του εσωτερικού ελέγχου, της εταιρικής διακυβέρνησης, το νομικό πλαίσιο, τραπεζικών κινδύνων, η επιτροπή της Βασιλείας και την αποτελεσματικότητα, και η δεύτερη παρουσιάζει μελέτες που έχουν γίνει μέχρι σήμερα για την εταιρική διακυβέρνηση και τον εσωτερικό έλεγχο των τραπεζών. Σχεδιασμός/Μεθοδολογία/Προσέγγιση: Το πρώτο μέρος αναφέρεται στις έννοιες του εσωτερικού ελέγχου, της εταιρικής διακυβέρνησης, τραπεζικών κινδύνων και η ρυθμιστική λειτουργία. Το δεύτερο μέρος είναι αφιερωμένο στην ανασκόπηση της βιβλιογραφίας των άρθρων που δημοσιεύτηκαν στη διεθνή βιβλιογραφία σχετικά με την εταιρική διακυβέρνηση και τον εσωτερικό έλεγχο. Ευρήματα: Η εταιρική διακυβέρνηση είναι ένα μέρος του συστήματος εσωτερικού ελέγχου των τραπεζών. Σύμφωνα με το Ν. 3016/2002 και τις αποφάσεις της Βασιλείας I II III όλες οι τράπεζες υποχρεούνται να εφαρμόζουν πιστά τους κανόνες της Βασιλείας και έχουν τμήμα κανονιστικής συμμόρφωσης. Η εφαρμογή του κανονιστικού πλαισίου οδηγεί στη βελτίωση των αποτελεσμάτων για τις τράπεζες, τη διασφάλιση της σταθερότητας του τραπεζικού τομέα, καθώς παρέχει ασφάλεια τόσο τους καταθέτες όσο και τους μετόχους για την εύρυθμη λειτουργία της τράπεζας και τη διασφάλιση των συμφερόντων τους. Πρωτοτυπία: Αυτή η εργασία παρουσιάζει την ανάγκη για κατάλληλες διαδικασίες εσωτερικού ελέγχου και τους κανόνες της εταιρικής διακυβέρνησης στις τράπεζες. Αναλύοντας τις μελέτες που έχουν σχολιάζοντας τα αποτελέσματά τους και συνδέοντας αυτά, με την παγκόσμια οικονομική κρίση των τελευταίων ετών. Δίνοντας έμφαση στην προβλεψιμότητα και την αποφυγή παρόμοιων καταστάσεων στο μέλλον.Τεκμήριο Ιδιοκτησιακή δομή και μερισματική πολιτική.(Τ.Ε.Ι. Κρήτης, Σχολή Διοίκησης και Οικονομίας (Σ.Δ.Ο), ΠΜΣ Λογιστική και Ελεγκτική, 2014-07-18T13:57:47Z) Μαυράκης, Γεώργιος; Mavrakis, GeorgiosΣκοπός. Να εξεταστεί κατά πόσο η συγκέντρωση ιδιοκτησίας και η ανεξαρτησία του προέδρου-ιδιοκτήτη από τον διευθύνοντα σύμβουλο επηρέασε τη μερισματική πολιτική των εισηγμένων εταιρειών στην Ελλάδα την περίοδο 2004-2008.Σχεδιασμός/Μεθοδολογία/Προσέγγιση. Τα στοιχεία συλλέχθησαν από την βάση δεδομένων γιατις εισηγμένες εταιρείες Thomson Reuters. Το δείγμα αποτελείται από 38 επιχειρήσεις από όλους τους κλάδους και χρησιμοποιήθηκε η μέθοδος της ανάλυσης δεδομένων πάνελ, όπου εκτιμήσαμε το βασικό μας υπόδειγμα με σταθερές επιδράσεις (προστέθοντας κάθε φορά τις μεταβλητές ROA και ROE) με την μέθοδο των ελαχίστων τετραγώνων, χρησιμοποιώντας Driscoll-Kraay (1998)τυπικά σφάλματα. Ως εξαρτημένη μεταβλητή χρησιμοποιήθηκαν τα μερίσματα ενώως ανεξάρτητες μεταβλητές οι ελεύθερες ταμιακές ροές, η μόχλευση, τομέγεθος της εταιρείας, οι μελλοντικές δυνατότητες ανάπτυξης της εταιρείας, η απόδοση του ενεργητικού, η απόδοση των ιδίων κεφαλάιων, η συγκέντρωση ιδιοκτησίας και μια ψευδομεταβλητή που μετρά την ανεξαρτησία του προέδρου-ιδιοκτήτη με τον διευθύνοντα σύμβουλο επηρεάζουν θετικά στατιστικά σημαντικά την μερισματική πολιτική των εταιρειών. Οι επιλογές τηςδιοίκησης το 2007 για διανομή υψηλού μερίσματος και η παράλληλη τοποθέτηση χρημάτων σε βραχυπρόθεσμες επενδύσεις άμεσα ρευστοποιήσιμες αποτελούν τους παράγοντες πτώσης μερισμάτων μετέπειτα. Περιορισμοί έρευνας/επιπτώσεις. Η ταύτιση του προέδρου με τον διευθύνοντα σύμβουλο μέσω οικογενειακών σχέσεων Α΄και Β΄βαθμού δεν ήταν δυνατόν να τεκμηριωθεί εγγράφως από τις οικονομικές καταστάσεις. Επίσης, η μεγιστοποίηση της χρησιμότητας των επιλογών του διευθύνοντος συμβούλου είναι μία μη-ποσοστική μεταβλητή η οποία δεν μπορεί να αποτυπωθεί εγγράφως, αλλά μπορεί να αποτελέσει το εφαλτήριο για περισσότερες έρευνες μελλοντικά. Πρωτοτυπία/αξία.Η επίδραση της συγκέντρωσης ιδιοκτησίας και της ανεξαρτησίας του προέδρου από τον διευθύνοντα σύμβουλο στις τιμές των μερισμάτων εξετάζεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα.Τεκμήριο Η επίδραση της σύνθεσης του διοικητικού συμβουλίου και της επιτροπής ελέγχου στον καθορισμό της αμοιβής του εξωτερικού ελέγχου.(Τ.Ε.Ι. Κρήτης, Σχολή Διοίκησης και Οικονομίας (Σ.Δ.Ο), ΠΜΣ Λογιστική και Ελεγκτική, 2014-07-18T14:00:46Z) Κατσουλάκη, Μαρίνα; Katsoulaki, MarinaΟ σκοπός της παρούσας εργασίας είναι να εξετάσει αν η ύπαρξη της επιτροπής ελέγχου και τα χαρακτηριστικά της παραπάνω επιτροπής συνδέονται με τις υψηλότερες αμοιβές του εξωτερικού ελέγχου. Τα δεδομένα που χρησιμοποιήθηκαν στην παρούσα μελέτη συλλέχθηκαν από τη βάση δεδομένων της Thomson Reuters (www.thomsonone.com) και των συνδεδεμένων εταιρειών που περιλαμβάνονται στο δείκτη FTSE 100. Για να ελέγξουμε τις υποθέσεις μας, χρησιμοποιούμε πολλαπλή γραμμική παλινδρόμηση. Σε συνδυασμό με προηγούμενες έρευνες άλλων μελετητών, η εξαρτημένη μεταβλητή μας είναι οι αμοιβές του εξωτερικού ελέγχου (Audit Fees) και ανεξάρτητες μεταβλητές μας τα χαρακτηριστικά της επιτροπής ελέγχου και της διοίκησης. Αποτέλεσμα της μελέτης μας είναι ότι οι επιχειρήσεις που χρησιμοποιούν τις ελεγκτικές εταιρείες που ανήκουν στις big - 4 και οι συχνότερες συνεδριάσεις της επιτροπής ελέγχου σχετίζονται με υψηλότερα τέλη ελέγχου. Τα ευρήματά μας υποδηλώνουν ότι η σύνθεση του διοικητικού συμβουλίου και τα χαρακτηριστικά της επιτροπής ελέγχου είναι συμπληρωματικοί μηχανισμοί στο πλαίσιο της διακυβέρνησης. Η μελέτη αυτή έχει κάποιους περιορισμούς που θα πρέπει να σημειωθούν και να χρησιμοποιηθούν ως ευκαιρίες για περαιτέρω έρευνα. Υπήρξαν περιορισμοί με τα δεδομένα μας για την αποτελεσματικότητα της επιτροπής ελέγχου και συγκεκριμένα ότι αφορά την εμπειρογνωμοσύνη και την επιμέλεια των μελών της επιτροπής ελέγχου. Η παρούσα εργασία εστιάζει αρχικά στην ανάλυση των θεωρητικών ορισμών για τον έλεγχο των επιχειρήσεων, με επίκεντρο τον εξωτερικό έλεγχο, την επιτροπή ελέγχου, την εταιρική διακυβέρνηση και γενικά τις σχέσεις μεταξύ αυτών. Επιπλέον, συνοψίζει τους νόμους και τους κανόνες σχετικά με την εταιρική διακυβέρνηση στην περίπτωση των διαφόρων χωρών. Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στη σχέση μεταξύ ελεγκτικής επιτροπής και εταιρικής διακυβέρνησης και τον τρόπο με τον οποίο αυτές επηρεάζουν την αμοιβή των εξωτερικών ελεγκτών. Αναφέρεται σε διάφορες μελέτες που έχουν δημοσιευθεί στο παρελθόν και εξετάζει τις μεταβλητές που επηρεάζουν την αμοιβή των εξωτερικών ελεγκτών. Τα σημεία της μελέτης που έχει δοθεί έμφαση είναι οι παράγοντες που συμβάλλουν με το ποσό αμοιβής των εξωτερικών ελεγκτών μιας εταιρείας.Τεκμήριο Πολιτισμός και φοροδιαφυγή.(Τ.Ε.Ι. Κρήτης, Σχολή Διοίκησης και Οικονομίας (Σ.Δ.Ο), ΠΜΣ Λογιστική και Ελεγκτική, 2014-07-18T14:01:55Z) Βροντάκη, Στυλιανή; Vrontaki, StylianiΣκοπός της παρούσας έρευνας είναι η διερεύνηση της σχέσης του πολιτισμού και της φοροδιαφυγής. Πιο συγκεκριμένα, παρουσιάζουμε, συζητάμε και αναλύουμε τις επιδράσεις α) του πολιτισμού και των θεσμών που λειτουργούν στα πλαίσιά του και τον διαιωνίζουν, β) της κουλτούρας, και ειδικότερα της φορολογικής κουλτούρας (ή φορολογικής συνείδησης ή φορολογικής ηθικής), και γ) της Παιδείας, του μορφωτικού επιπέδου, και ειδικότερα της φορολογικής γνώσης, στη φορολογική συμμόρφωση και κατ’ επέκταση στη φοροδιαφυγή. Το εργαλείο ανάλυσης είναι η βιβλιογραφική επισκόπηση. Αρχικά, αναλύουμε τις έννοιες του πολιτισμού, της κουλτούρας, της Παιδείας, της εκπαίδευσης και των θεσμών, προβαίνοντας σε σαφή διάκριση μεταξύ τους, και παρουσιάζουμε το αντίστοιχο θεωρητικό υπόβαθρο. Στη συνέχεια, μετά από την ανάπτυξη βασικών θεωριών περί φορολογίας, παρουσιάζουμε και αναλύουμε εκτενώς τις έννοιες και τις αιτιώδεις σχέσεις που αφορούν στο φαινόμενο της φοροδιαφυγής (έννοια της φοροδιαφυγής και διάκρισή της από έννοιες, όπως η φοροαποφυγή, η παραοικονομία, κ.λπ., μορφές και μέθοδοι, θεωρητικό υπόβαθρο, προσδιοριστικοί παράγοντες και αίτια, συνέπειες και τρόποι αντιμετώπισης). Τέλος, εστιάζουμε στην εξεταζόμενη σχέση, την οποία δεν προσεγγίζουμε ποσοτικά, παρά μόνο ποιοτικά. Σύμφωνα με τα συμπεράσματα της έρευνας, μεταξύ των σημαντικότερων προσδιοριστικών παραγόντων του φαινομένου της φοροδιαφυγής συγκαταλέγονται και η Παιδεία, ο πολιτισμός και η κουλτούρα. Ειδικότερα, καταλυτικής σημασίας για το εν λόγω φαινό μενο κρίνονται οι επιδράσεις των θεσμών που διαμορφώνονται στα πλαίσια του πολιτισμού, της φορολογικής κουλτούρας (ή φορολογικής συνείδησης ή φορολογικής ηθικής), καθώς και του επιπέδου εκπαίδευσης και ιδιαίτερα του επιπέδου της φορολογικής γνώσης. Τα αποτελέσματα αυτής της εκτενούς βιβλιογραφικής επισκόπησης θα αποτελέσουν χρήσιμη πηγή πληροφοριών για τους ασκούντες πολιτική, καθώς θα τους βοηθήσουν να αντιληφθούν αφενός την καθοριστική σημασία της Παιδείας, του πολιτισμού, των θεσμών, της κουλτούρας και της εκπαίδευσης στο πολυδιάστατο φαινόμενο της φοροδιαφυγής, προκειμένου να φροντίσουν να καλλιεργούν (“cultivate”) τον πολιτισμό, ο οποίος θα λειτουργήσει τόσο προληπτικά, όσο και θεραπευτικά για το εν λόγω φαινόμενο, και αφετέρου την ιεραρχία της κατά κεφαλήν κουλτούρας έναντι του κατά κεφαλήν εισοδήματος, καθώς και των ιδεολογιών ή της ηθικής στη φοροδιαφυγή.Τεκμήριο Κύκλος ταμειακής μετατροπής και κερδοφορία: Εμπειρική διερεύνηση βιομηχανικών επιχειρήσεων εισηγμένων στο Χ.Α.Α.(Τ.Ε.Ι. Κρήτης, Σχολή Διοίκησης και Οικονομίας (Σ.Δ.Ο), ΠΜΣ Λογιστική και Ελεγκτική, 2014-07-18T14:07:13Z) Αλεξάκης, Δημοσθένης; Alexakis, DimosthenisΣτην παρούσα εργασία εξετάστηκε η διαχείριση του κεφαλαίου κίνησης, μέσα από τον κύκλο ταμειακής μετατροπής, σε σχέση με την κερδοφορία των επιχειρήσεων. Ο σκοπός της παρούσας διπλωματικής εργασίας ήταν η διερεύνηση, τόσο σε θεωρητικόόσο και σε εμπειρικό πλαίσιο, των επιδράσεων των προσδιοριστικών παραγόντων της διαχείρισης του κεφαλαίου κίνησης στη μεταβολή της κερδοφορίας των επιχειρήσεων, τόσο κατά την εξεταζόμενη περίοδο 2005-2010, όσο και κατά την περίοδο της κρίσης της ελληνικής οικονομίας (2008-2010). Για την επίτευξη τουσκοπού αυτού, εκτιμήθηκαν υποδείγματα κεφαλαίου κίνησης των επιχειρήσεων (τυχαίων και σταθερών επιδράσεων) με την μέθο δο των ελαχίστων τετραγώνων, ως και με την εφικτή γενικευμένη μέθοδο των ελαχίστων τετραγώνων (FGLS). Για την έρευνα αυτή χρησιμοποιήσαμε ένα δείγμα 38 ελληνικών βιομηχανικών επιχειρήσεων, εισηγμένων στο Χ.Α.Α, για την περίοδο 2005-2010. Τα αποτελέσματα που εξήχθησαν με την χρήση της μεθόδου των εφικτών γενικευμένων ελαχίστων τετραγώνων μας έδειξαν μια ισχυρή στατιστικά σημαντική αρνητική σχέση μεταξύ κύκλου ταμειακής μετατροπής και κερδοφορίας τόσο σταυποδείγματα χωρίς τις επιδράσεις της κρίσης όσο και σε εκείνα όπου ελήφθησαν υπόψη οι επιδράσεις της κρίσης. Το γεγονός αυτό καταδεικνύει την ανάγκη μείωσης του κύκλου ταμειακήςμετατροπής για την βελτίωση της κερδοφορίας των επιχειρήσεων. Επίσης, παρατηρήθηκε ότι ενώ η σχέση μεταξύ των λογαριασμών πληρωτέων και της κερδοφορίας, για το σύνολο της περιόδου του δείγματος, είναι θετική, δεν ισχύει το ίδιο και για την περίοδο της κρίσης όπου και παρατηρείται μια ισχυρή στατιστικά σημαντική αρνητική σχέση. Από τα αποτελέσματα αυτά καθώς και τα περιγραφικά κριτήρια κατέστη σαφές ότι η κρίση επηρέασε σε μεγάλο βαθμό τις ελληνικές βιομηχανικές επιχειρήσεις, καταδεικνύοντας τα προβλήματα ρευστότητας καθώς και την επιτακτική ανάγκη ορθής και αποτελεσματικής διαχείρισης του κεφαλαίου κίνησης για την ομαλή λειτουργία και επιβίωση των επιχειρήσεων αυτών.Τεκμήριο Διερεύνηση της επίδρασης των συστημάτων ERP στη διοικητική λογιστική και τον εσωτερικό έλεγχο. Εμπειρική έρευνα.(Τ.Ε.Ι. Κρήτης, Σχολή Διοίκησης και Οικονομίας (Σ.Δ.Ο), ΠΜΣ Λογιστική και Ελεγκτική, 2014-07-18T14:12:37Z) Αθανασάκη, Μαριλένα; Athanasaki, MarilenaΤο συνεχώς μεταβαλλόμενο επιχειρησιακό περιβάλλον, σε συνδυασμό με τον αυξημένο ανταγωνισμό και τη ραγδαία τεχνολογική πρόοδο, ασκούν πιέσεις στις επιχειρήσεις, οι οποίες ψάχνουν για σύγχρονους τρόπους επιβίωσης και επιτυχίας. Με σκοπό να κρατήσουν σταθερή τη θέση τους στην αγορά, αλλά και με απώτερο στόχο να αποκτήσουν ανταγωνιστικό πλεονέκτημα έναντι των υπολοίπων, μεγάλος αριθμός επιχειρήσεων - ίσως η πλειοψηφία - σε παγκόσμιο επίπεδο, έχει εγκαταστήσει ή βρίσκεται στη διαδικασία υιοθέτησης συστημάτων Προγραμματισμού Ε πιχειρησιακών πόρων (Enterprise Resource planning -ERP). Τα ERP συστήματα έχουν αναδιοργανώσει τις επιχειρησιακές πρακτικές και διαδικασίες των οικονομικών μονάδων. Οι αλλαγές που τα ERP επιφέρουν στις επιχειρήσεις, έχουν σημαντικές επιδράσεις στη Διοικητική λογιστική και τον Εσωτερικό έλεγχο, αλλά και στους Διοικητικούς λογιστές και τους Εσωτερικούς ελεγκτές, οι οποίοι συχνά καλούνται να προσαρμόσουν τις μεθόδους και τεχνικές τους, στις απαιτήσεις του νέου πληροφοριακού συστήματος. Η παρούσα συγγραφική προσπάθεια, στηρίζεται στα διφορούμενα ευρήματα προγενέστερων ερευνών του τομέα, στην περιορισμένη έρευνα που έχει διεξαχθεί για τις πιθανές αλλαγές που προκύπτουν στη Διοικητική λογιστική και τον Εσωτερικό έλεγχο και εξαρτώνται από το βαθμό αποτελεσματικότητας του ERP συστήματος, στο γεγονός ότι το λογιστικό και ελεγκτικό επάγγελμα αντιμετωπίζει σημαντικές αλλαγές εξαιτίας της α λματώδους τεχνολογικής ανάπτυξης, αλλά και στην άποψη σημαντικού μέρους των Ακαδημαϊκών και επαγγελματιών του τομέα που υπογραμμίζουν την αναγκαιότητα περισσότερης εις βάθος μελέτης. Το ερευνητικό μας ενδιαφέρον στρέφεται αρχικά στην εξακρίβωση, καταγραφή και κατανόηση, μέσω εκτενούς επισκόπησης της βιβλιογραφίας, κρίσιμων διαστάσεων και παραγόντων για την αποτελεσματική εφαρμογή του ERP στις επιχειρήσεις και έπειτα, στην εμπειρική τεκμηρίωση ενδεχόμενων αλλαγών στη Διοικητική λογιστική και τον Εσωτερικό έλεγχο. Για τον έλεγχο των εξεταζόμενων σχέσεων, προτείνεται ένα νέο ερευνητικό μοντέλο. Η έρευνα διεγάγεται στηριζόμενη σε ένα online ερωτηματολόγιο το οποίο απευθύνεται σε Διοικητικούς λογιστές, Εσωτερικούς ελεγκτές, Διευθυντές Οικονομικών και Διευθυντές Μηχανογράφησης των 300 μεγαλύτερων ελληνικών επιχειρήσεων. Λαμβάνονται 116 απαντήσεις και τα ευρήματα πιστοποιούν το προτεινόμενο μοντέλο, καθώς υποδεικνύουν σημαντικές αλλαγές στη λογιστική πληροφόρηση, στις αναφορές της Διοικητικής λογιστικής, στις λογιστικές και ελεγκτικές μεθόδους και τις καινοτόμες πρακτικές, στη διαδικασία λήψεως αποφάσεων, στα διαφορετικά είδη κινδύνου και στην εκτίμηση αυτών, καθώς και στην ποιότητα των ελεγκτικών διαδικασιών. Τα ευρήματα προσφέρουν σημαντικές πληροφορίες για την επαγγελματική και ακαδημαϊκή κοινότητα.Τεκμήριο Διερεύνηση της σχέσης διοικητικής λογιστικής και εσωτερεικού ελέγχου των επιχειρήσεων με τα συστήματα επιχειρησιακών πόρων: Εμπειρική έρευνα στην Ελλάδα.(Τ.Ε.Ι. Κρήτης, Σχολή Διοίκησης και Οικονομίας (Σ.Δ.Ο), ΠΜΣ Λογιστική και Ελεγκτική, 2014-07-18T14:14:14Z) Βαρδάκη, Μαρία; Vardaki, MariaΣτην παρούσα διπλωματική εργασία διερευνάται και αναλύεται η σχέση της διοικητικής λογιστικής και του εσωτερικού ελέγχου.με τα συστήματα ERP. Η προσέγγιση πραγματοποιήθηκε μέσω ποιοτικής έρςυνας, εξετάζοντας έξι μεγάλες επιχειρήσεις, οι οποίες στην πλειοψηφία τους είναι εισηγμένες στο Χ.Α.Α. Οι επιχειρήσεις αυτές δραστηροποιούνται στους κλάδους της μεταποιητικής βιομηχανίας, της υγείας, του τουρισμού, της ναυτιλίας, των κατασκευών και των χημικών. Η έρευνα στηρίχθηκε σε προσωπικές συνεντεύξεις, με τους ερωτηθέντες να απαντούν σε ένα δομημένο ερωτηματολόγιο. Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν ότι οι επιχειρήσεις, οι οποίες έχουν υιοθετήσει κάποιο σύστημα ERP, έχουν υψηλότερα επίπεδα ολοκληρωμένης πληροφόρησης, βελτιώνοντας με τον τρόπο αυτό την ποιότητα των εκθέσεων και τη λήψη αποφάσεων,καθώς επίσης γίνεται και ευρύτερη χρήση των εξελιγμένων λογιστικών τεχνικών. Οβαθμός ολοκλήρωσης του συστήματος είναι ο σημαντικότερος παράγοντας, ο οποίος παίζει καθοριστικό ρόλο για την θετική επίδραση.Επιπλέον, πραγματοποιείται τυποποίηση των ελεγκτικών διαδικασιών του εσωτερικού ελέγχου και διασφάλιση της ποότητας αυτού. Από την άλλη πλευρά, δεν είναι σαφές εάν τα συστήματα ERP επιδρούν αρνητικά ή θετικά στον κίνδυνο ασφάλειας και τήρησης απορρήτου.Τεκμήριο Χρηματοοικονομικά χαρακτηριστικά εταιρειών που ελέγχονται από μεγάλες ελεγκτικές εταιρείες.(Τ.Ε.Ι. Κρήτης, Σχολή Διοίκησης και Οικονομίας (Σ.Δ.Ο), ΠΜΣ Λογιστική και Ελεγκτική, 2014-07-18T14:17:10Z) Μαστοράκης, Μαρίνος; Mastorakis, MarinosΣκοπός της παρούσας εργασίας είναι να εξετάσει ποια χρηματοοικονομικά χαρακτηριστικά συνδέονται με την επιλογή μιας μεγάλης ελεγκτικής εταιρείας με περεταίρω διερεύνηση την επίδραση των ελεύθερων ταμειακών ροών στην επιλογή αυτή. Το δείγμα που χρησιμοποιήθηκε για την εργασία αυτή, συλλέχθηκε από τη βάση δεδομένων Thomson Reuters (thomsonone.com) και περιλαμβάνει εισηγμένες εταιρείες του βιομηχανικού κλάδου από τις χρηματιστηριακές αγορές της Γερμανίας και της Γαλλίας. Για να εξετάσουμε την υπόθεσή μας, χρησιμοποιήσαμε έναν αριθμό από μοντέλα τύπου Logit, επεκτείνοντας το σύνηθες μοντέλο επιλογής ελεγκτικής εταιρείας, για να συμπεριλάβουμε τις μεταβλητές που μας ενδιαφέρουν στη παρούσα εργασία. Ακολουθώντας προηγούμενες εργασίες, η εξαρτημένη μας μεταβλητή είναι η ψευδομεταβλητή Big 4 ή non-Big 4. Παρατηρήσαμε ότι οι περισσότερες ανεξάρτητες μεταβλητές στις Γερμανικές εταιρείες δείχνουν παρόμοια αποτελέσματα με αυτά προηγούμενων εργασιών, αλλά δεν είχαμε τα ίδια αποτελέσματα για τις Γαλλικές βιομηχανικές επιχειρήσεις. Επιπλέον τα ευρήματά μας υποδηλώνουν ότι το συνολικό χρέος και μερίσματα μπορεί να αποτελέσο υν έναν σημαντικό λόγο για τον προσδιορισμό της επιλογής μιας μεγάλης ελεγκτικής εταιρείας, μειώνοντας το κόστος αντιπροσώπευσης των ελεύθερων ταμειακών ροών. Η παρούσα εργασία έχει κάποιους περιορισμούς που πρέπει να σημειωθούν καθώς επίσης παράγουν δυνατότητες για επιπλέον διερεύνηση. Οι περιορισμοί αυτοί είναι σχετικά με τις μετρήσεις του κόστους αμοιβής του ελέγχου. Η μικρή χρονική περίοδος διαθεσιμότητας αυτού του στοιχείου στις οικονομικές καταστάσεις, μας ανάγκασε να μην συμπεριλάβουμε αυτή τη μεταβλητή στην εργασία μας. Αυτή η εργασία παρέχει μόνο μια πτυχή εξήγησης της σχέσης μεταξύ των προβλημάτων του κόστους αντιπροσώπευσης των ελεύθερων ταμειακών ροών και της επιλογής μιας μεγάλης ελεγκτικής εταιρείας, η οποία πηγάζει από την ζήτηση των επενδυτών για υψηλότερης ποιότητας ελέγχων ώστε να περιορίζουν τα προβλήματα που δημιουργούν οι ελεύθερες ταμειακές ροές.Τεκμήριο Σύγχρονες τάσεις δημοσιονομικού ελέγχου και προϋπολογισμοί προγραμμάτων. Η συμβολή τους σε μια χρηστή δημοσιονομική διαχείριση.(Τ.Ε.Ι. Κρήτης, Σχολή Διοίκησης και Οικονομίας (Σ.Δ.Ο), ΠΜΣ Λογιστική και Ελεγκτική, 2014-07-18T14:19:06Z) Πάγκος, Νικόλαος; Pagkos, NikolaosΗ εξασφάλιση μιας σωστής και αποτελεσματικής διαχείρισης των περιορισμένων διαθέσιμων δημόσιων οικονομικών πόρων, απαιτεί από τα κράτη την υιοθέτηση σύγχρονων δημοσιονομικών εργαλείων. Η παρούσα εργασία αφορά στην παρουσίαση σύγχρονων μεθόδων δημοσιονομικού ελέγχου και στους προϋπολογισμούς προγραμμάτων, με σκοπό να καταδείξει πώς συμβάλλουν σε μια χρηστή δημοσιονομική διαχείριση. Η έννοια της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης προέρχεται από το χώρο των ελεγκτικών συστημάτων αγγλοσαξονικής προέλευσης και εξειδικεύεται με τις έννοιες της οικονομίας, της αποδοτικότητας και της αποτελεσματικότητας. Για την επιτυχή εφαρμογή της αρχής της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης, είναι απαραίτητη η μετάβαση από τον παραδοσιακό δημοσιονομικό έλεγχο στον έλεγχο απόδοσης και η υιοθέτηση του προϋπολογισμού προγραμμάτων αντί του προϋπολογισμού κονδυλίων. Ο έλεγχος απόδοσης εστιάζει στην απόδοση ενός οργανισμού, στα συστήματα και στις διαδικασίες που χρησιμοποιούνται για την πραγματοποίηση του εν λόγω ελέγχου με σκοπό την βελτίωση της αποτελεσματικότητας ενός οργανισμού. Ο προϋπολογισμός προγραμμάτων προσανατολίζεται στην απόδοση των χρηματοδοτούμενων πολιτικών, με σκοπό τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας των δημοσίων δαπανών και την επίτευξη προκαθορισμένων στόχων μέσα στα πλαίσια ενός μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού σχεδιασμού. Στο εμπειρικό μέρος προσπαθήσαμε να αποτυπώσουμε διαγραμματικά τη θετική συσχέτιση των διαφορών που υφίστανται στις επιδόσεις των χωρών από την εφαρμογή ορισμένων βασικών χαρακτηριστικών του προϋπολογισμού προγραμμάτων, με τα αποτελέσματα που σημειώνουν στο ισοζύγιο της Γενικής Κυβέρνησης. Τέλος, η εργασία κλείνει με τα συμπεράσματα που προκύπτουν από την αναγκαιότητα εφαρμογής ενός νέου σύγχρονου δημοσιονομικού ελέγχου και υιοθέτησης του προϋπολογισμού προγραμμάτων, καθώς αποτελούν απαραίτητα συστατικά για την δημοσιονομική εξυγίανση και αποκατάσταση της δημοσιονομικής αξιοπιστίας της χώρας μας.Τεκμήριο Δαπάνες έρευνας και ανάπτυξης και αποδοτικότητας των επιχειρήσεων: Εμπειρική διερεύνηση του κλάδου υψηλής τεχνολογίας (software και hardware) στην Ε.Ε.(Τ.Ε.Ι. Κρήτης, Σχολή Διοίκησης και Οικονομίας (Σ.Δ.Ο), ΠΜΣ Λογιστική και Ελεγκτική, 2014-07-18T14:20:33Z) Πανταγάκης, Εμμανουήλ; Pantagakis, EmmanouilΣτην σύγχρονη παγκοσμιοποιημένη οικονομία η Έρευνα και Ανάπτυξη (Research & Development), αποτελεί βασικό συστατικό πίσω από την τεχνολογική και την οικονομική ανάπτυξη, τόσο σε επίπεδο χώρας όσο και σε επίπεδο επιχείρησης. Οι επιχειρήσεις στη προσπάθεια τους για βελτιστοποίηση της ανταγωνιστικότητας και της αποδοτικότητας τους στην αγορά, έχουν ως βασικό άξονα την επέκταση των επενδύσεων τους σε Έρευνα και Ανάπτυξη. Είναι λοιπόν, ιδιαίτερα σημαντικό να μελετήσει κάποιος την επίδραση και την αποτελεσματικότητα αυτού του εργαλείου σε επίπεδο επιχείρησης. Η παρούσα εργασία έχει ως στόχο να εξετάσει την σχέση μεταξύ των δαπανών έρευνας και ανάπτυξης (Ε&Α), με την αγοραία αξία και την αποδοτικότητα των επιχειρήσεων. Επίσης, εξετάζεται αν η σχέση Ε&Α και της αγοραίας αξίας της επιχείρησης είναι γραμμική. Μελετάμε 39 ευρωπαϊκές επιχειρήσεις, οι οποίες δραστηριοποιούνται στους κλάδους Software και Hardware Ηλεκτρονικών Υπολογιστών, για την περίοδο 2006-2010. Ως εξαρτημένες μεταβλητές χρησιμοποιήσαμε την αγοραία αξία και την ετήσια απόδοση του ενεργητικού (ROA), ενώ το μέγεθος της επιχείρησης, η μόχλευση και ο ρυθμός αύξησης των πωλήσεων χρησιμοποιήθηκαν ως μεταβλητές ελέγχου. Η ανάλυση των στοιχείων έγινε με panel data analysis, όμως λόγω προβλημάτων ετεροσκεδαστικότητας και αυτοσυσχέτισης επιλέξαμε την εφικτή γενικευμένη μέθοδο τετραγώνων. Τα αποτελέσματα μας δείχνουν, ότι υπάρχει θετική σχέση μεταξύ των επενδύσεων σε Ε&Α και της απόδοσης της επιχείρησης στην αγορά. Αντιθέτως, δεν ισχύει το ίδιο για την Ε&Α και την εταιρική απόδοση, αφού υπάρχει αρνητική σχέση με τον ROA, λόγω της χρονικής υστέρησης. Τέλος, επαληθεύεται η μη-γραμμική σχέση μεταξύ Ε&Α και αγοραίας αξίας της επιχείρησηςΤεκμήριο Εφαρμογή αξιολόγησης κινδύνων (risk assessment) στα πλαίσια του συστήματος εσωτερικού ελέγχου στις εισηγμένες στο ελληνικό χρηματιστήριο επιχειρήσεις.(Τ.Ε.Ι. Κρήτης, Σχολή Διοίκησης και Οικονομίας (Σ.Δ.Ο), ΠΜΣ Λογιστική και Ελεγκτική, 2014-07-18T14:21:56Z) Μακρυβογιατζάκης, Γεώργιος; Makryvogiatzakis, GeorgiosΣτόχος της παρούσας εργασίας είναι η ανάδειξη της αξιολόγησης κινδύνων μέσα στα πλαίσια του εσωτερικού ελέγχου και η αξία που μπορεί να προσθέσει στις επιχειρήσεις, ως ο κύριος παράγοντας της σύγχρονης εταιρικής διακυβέρνησης. Για το λόγο αυτό επισκοπήθηκε η διεθνής βιβλιογραφία κι επιλέχθηκε να υιοθετηθούν τέσσερα λογιστικά μοντέλα, χρησιμοποιώντας τρεις ομάδες μεταβλητών, όπου κάθε ομάδα ερμηνεύει τη διαχείριση κινδύνων, τον εσωτερικό έλεγχο και την εταιρική διακυβέρνηση, αντίστοιχα. Αντικείμενο εφαρμογής αποτέλεσαν όλες οι εταιρείες που περιλαμβάνονται στο Γενικό Δείκτη του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών, για το οικονομικό έτος 2010. Σύμφωνα λοιπόν με τις εκτιμήσεις της έρευνας, η αξιολόγηση κινδύνων στα πλαίσια του εσωτερικού ελέγχου επηρεάζεται θετικά από την ύπαρξη επιτροπής διαχείρισης κινδύνων, το μέγεθος του διοικητικού συμβουλίου, το ποσοστό των μη εκτελεστικών μελών του διοικητικού συμβουλίου, τον κίνδυνο εσωτερικών διαδικασιών και τον κίνδυνο περιβάλλοντος και ασφαλείας, ευρήματα που συμφωνούν με τη βιβλιογραφία. Αντίθετα, δεν επηρεάζεται από τους υπόλοιπους κινδύνους, το μέγεθος των εταιρειών και την ύπαρξη θυγατρικών και συγγενών εταιριών, που ελέγχονται από την επιχειρησιακή οντότητα, ευρήματα που δε συμφωνούν απόλυτα με τη βιβλιογραφία. Πιθανοί λόγοι μπορεί να είναι αφενός, η ανεπάρκεια του ανθρώπινου δυναμικού των εταιριών κι αφετέρου η ραγδαία πτώση του Γενικού Δείκτη του Χρηματιστηρίου Αξιών, μετά το κραχ του 2008. Από όσο γνωρίζουμε, δεν υπάρχει άλλη παρόμοια έρευνα για ελληνικές επιχειρήσεις σχετικά με την αξιολόγηση κινδύνων στα πλαίσια του εσωτερικού ελέγχου, μέχρι στιγμής. Οπότε η συγκεκριμένη εργασία είναι σε θέση να συνεισφέρει στην έρευνα σε αυτό τον τομέα.Τεκμήριο Ο εσωτερικός έλεγχος των επιχειρήσεων. Θεωρητική και ερευνητική προσέγγιση.(Τ.Ε.Ι. Κρήτης, Σχολή Διοίκησης και Οικονομίας (Σ.Δ.Ο), ΠΜΣ Λογιστική και Ελεγκτική, 2014-07-18T14:23:33Z) Μόκας, Εμμανουήλ; Mokas, EmmanouilΗ σωστή εφαρμογή διαδικασιών εσωτερικού ελέγχου αυξάνει την ανταγωνιστικότητα της επιχείρησης, δημιουργεί πρόσθετο πλούτο για τους μετόχους, προσθέτει αξία στις λειτουργίες της εταιρείας και μακροπρόθεσμα μεγιστοποιεί την απόδοση και την κερδοφορία της. Οι επενδυτές βασίζονται στις εκθέσεις των ελεγκτών για τη λήψη αποφάσεων καθώς και οι εκθέσεις ελέγχου αποτελούν το μέσο επικοινωνίας μεταξύ των ελεγκτών και των χρηστών των οικονομικών καταστάσεων. Η ύπαρξη παρατηρήσεων για τις λειτουργίες του εσωτερικού ελέγχου μπορεί να δημιουργήσει αρνητική εντύπωση στους επενδυτές και να χάσουν την εμπιστοσύνη τους στην επιχείρηση. Η παρούσα εργασία έχει ως στόχο να εξετάσει τη συσχέτιση μεταξύ της δημοσίευσης εκθέσεων ελέγχου με παρατηρήσεις που αφορούν τον εσωτερικό έλεγχο και της μεταβολής των τιμών των μετοχών. Πιο συγκεκριμένα, έγινε μελέτη για 74 επιχειρήσεις οι οποίες δραστηριοποιούνται στην Μεγάλη Βρετανία για το έτος 2011. Για την διερεύνηση της συσχέτισης, χρησιμοποιήθηκαν ο έλεγχος Χ2 και η διωνυμική λογιστική παλινδρόμηση. Ως εξαρτημένη μεταβλητή χρησιμοποιήθηκε η μεταβολή της τιμής της μετοχής και ως ανεξάρτητες η ύπαρξη παρατηρήσεων στις εκθέσεις ελέγχου καθώς και αν ο έλεγχος έγινε από Big4 ελεγκτική εταιρεία. Το χρονικό διάστημα που επιλέχθηκε για τον έλεγχο της επίδρασης είναι 10 ημέρες, 5 ημέρες πριν την δημοσίευση των εκθέσεων ελέγχου και 5 μέρες μετά.Τα αποτελέσματα επαληθεύουν το γεγονός ότι η δημοσίευση εκθέσεων ελέγχου με παρατηρήσεις, επιδρά αρνητικά στο επενδυτικό κοινό και αυτό έχει ως αποτέλεσμα την πτώση της τιμής της μετοχής. Συγκεκριμένα, η μελέτη έδειξε ότι η πιθανότητα μία επιχείρηση να έχει πτώση στην τιμή της μετοχής της είναι σημαντικά μεγαλύτερη στην περίπτωση που έχει παρατηρήσεις παρά όταν δεν έχει. Αντίθετα, δεν διαπιστώθηκε καμία συσχέτιση μεταξύ της αντίδρασης της αγοράς από το αν ο έλεγχος των οικονομικών καταστάσεων πραγματοποιήθηκε από Big4 ελεγκτική εταιρεία.Τεκμήριο Πως οι χρηματοοικονομικές εκθέσεις συνέβαλαν στην χρηματοοικονομική κρίση;(Τ.Ε.Ι. Κρήτης, Σχολή Διοίκησης και Οικονομίας (Σ.Δ.Ο), ΠΜΣ Λογιστική και Ελεγκτική, 2014-07-18T14:25:09Z) Μπούζα, Μαρία; Mpouza, MariaΣκοπός της παρούσας εργασίας αποτελεί μία πιο εμπεριστατωμένη διερεύνηση - ανάλυση του τρόπου, με τον οποίο οι ρηματοοικονομικές καταστάσεις και οι ελεγκτικές εργασίες επηρεάζουν την υπάρχουσα οικονομική κρίση στον κλάδο των τραπεζών. Θα αναλύσουμε τη συμβολή του εσωτερικού και του εξωτερικού ελέγχου, οι οποίοι διασφαλίζουν τη σταθερότητα και την ορθότητα των οικονομικών καταστάσεων, στηριζόμενοι στις αρχές της διαφάνειας, της επάρκειας, της αμεροληψίας και της αντικειμενικότητας. Σχεδιασμός / μεθοδολογία / προσέγγιση - Η προσέγγιση βασίζεται σε εξέταση 43 μεγάλων τραπεζών, με έδρα σε τέσσερις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδιαίτερα της Νότιας Ευρώπης (Ελλάδα, Ιταλία, Ισπανία, Πορτογαλία). Η επίδραση των χρηματοοικονομικών καταστάσεων και των ελεγκτικών εργασιών, θα μελετηθεί με την επεξεργασία των οικονομικών στοιχείων των παραπάνω τραπεζών, μέσω των μοντέλων λογιστικής παλινδρόμησης που παρουσιάζονται από τους Yiqiang et al. (2011). Διαπίστωση - Θα χρησιμοποιήσουμε δύο σειρές δειγμάτων: α) ένα δείγμα των προβληματικών τραπεζών, συμπεριλαμβανομένων και των τραπεζών που απέτυχαν από το 2006 και μετά οι οποίες είχαν χαρακτηριστεί ως προβληματικές με βάση την κερδοφορία, την ποιότητα των δανείων και την κεφαλαιακή τους επάρκεια, και β) ένα δείγμα των τραπεζών που είτε είναι προβληματικές είτε όχι. Για το πρώτο δείγμα, έξι αξιόπιστα μέσα πρόβλεψης της πτώχευσης θα προσδιορίσουν: το είδος του ελεγκτή, το κατά πόσο είναι εξειδικευμένος ελεγκτής, τον δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας, το ποσοστό των δανείων που έχουν τιτλοποιηθεί, τον ρυθμό αύξησης των δανείων και το σύνολο των δανείων. Για το δεύτερο δείγμα των τραπεζών, ορίζουμε τις παρακάτω μεταβλητές για να προβλέψουμε την αποτυχία της τράπεζας: το είδος του ελεγκτή, το κατά πόσο είναι εξειδικευμένος ελεγκτής, το δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας, το ποσοστό των δανείων που έχουν τιτλοποιηθεί, την μεταβολή των συνολικών δανείων, το είδος της τράπεζας (δημόσια ή μη), καθώς και την μεταβολή των μη εξυπηρετούμενων δανείων, των εμπορικών δανείων, των αστικών δανείων και τέλος, τους άλλους τύπους δανείων. Τα αποτελέσματά μας καταδεικνύουν ότι: τα τιτλοποιημένα δάνεια, τα προβληματικά δάνεια, ο ρυθμός αύξησης των προβλέψεων ζημιογόνων δανείων καθώς και τα δάνεια που σχετίζονται με τον βιομηχανικό κλάδο, οδήγησαν σε υψηλότερο δείκτη τραπεζικής αποτυχίας. Οι τράπεζες που ελέγχονται από αξιόπιστους ελεγκτές έχουν μικρότερη πιθανότητα αποτυχίας. Επιπρόσθετα, η φήμη των ελεγκτικών εταιρειών διαδραματίζει σπουδαίο ρόλο στην μελλοντική πορεία ενός χρηματοπιστωτικού ιδρύματος. Επίσης, η δημοσιοποίηση των χρηματοοικονομικών καταστάσεων και η ορθή εφαρμογή των ελεγκτικών εργασιών συμβάλουν αποτελεσματικά στην εύρυθμη λειτουργία των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων. Περιορισμοί Έρευνας / επιπτώσεις- Το δείγμα των προβληματικών τραπεζών, που απέτυχαν από το 2006 και έπειτα, έχουν ταξινομηθεί ως προβληματικές με βάση την κερδοφορία, την ποιότητα των δανείων, και την κεφαλαιακή τους επάρκεια. Οι μεταβλητές μας χωρίζονται σε δύο κατηγορίες, σε χρηματοοικονομικές (αριθμητικά δεδομένα) και μη χρηματοοικονομικές (ποιοτικά χαρακτηριστικά). Αναλυτικότερα, η εμπειρική ανάλυσή μας προσδιορίζεται από 15 μεταβλητές. Στόχος της είναι η πιθανή πρόβλεψη αποτυχίας των τραπεζών κατά την περίοδο 2006-2010, συνεξετάζοντας την ποιότητα του χαρτοφυλακίου των πιστωτικών ιδρυμάτων. Πρωτοτυπία / αξία – Η παρούσα έρευνα αποτελεί συνέχεια της έρευνας των Yiqiang et al. (2011) σε δείγμα τραπεζών του Ευρωπαϊκού χώρου, και μέσω αυτής, καθώς και με τη χρήση της υπάρχουσας βιβλιογραφικής ανασκόπησης, θα παρουσιάσουμε τις πραγματικές αιτίες της οικονομικής κρίσης στον κλάδο των τραπεζών.Τεκμήριο Επιτροπή ελέγχου και εσωτερικός έλεγχος ως μηχανισμοί της εταιρικής διακυβέρνησης.(Τ.Ε.Ι. Κρήτης, Σχολή Διοίκησης και Οικονομίας (Σ.Δ.Ο), ΠΜΣ Λογιστική και Ελεγκτική, 2014-07-18T14:26:42Z) Μαγριπλή, Ευαγγελία; Magripli, EvangeliaΣκοπός της παρούσας εργασίας είναι να διερευνηθεί θεωρητικά και να αναλυθεί, ο ρόλος που διαδραματίζουν η επιτροπή ελέγχου και ο εσωτερικός έλεγχος, ως μηχανισμοί της εταιρικής διακυβέρνησης, προκειμένου να καθοριστεί και να αξιολογηθεί η ξεχωριστή και η από κοινού συνδρομή τους, στην αποτελεσματικότητά της. Προσεγγίσαμε το θέμα μας θεωρητικά, με βάση βιβλιογραφική ανασκόπηση που αναφέρεται στον εσωτερικό έλεγχο και στην επιτροπή ελέγχου. Μελετήσαμε τους παράγοντες που επιδρούν στην αποτελεσματική λειτουργία τους, τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που επιτάσσεται να διαθέτουν, αλλά και τις υφιστάμενες, αλληλοεξαρτώμενες ή μη, σχέσεις που δημιουργούνται. Διαπιστώσαμε ότι, η αποτελεσματική λειτουργία, τόσο της επιτροπής ελέγχου, όσο και του εσωτερικού ελέγχου, συνδέεται άρρηκτα και κατά περίπτωση με την υψηλή ποιότητα και αξιοπιστία των οικονομικών καταστάσεων, την εξάλειψη φαινόμενων «χειραγώγησης» των κερδών, τη διενέργεια εξωτερικών ελέγχων με ποιοτικότερα χαρακτηριστικά και υψηλή ανεξαρτησία, την αντιμετώπιση της ασσύμετρης πληροφόρησης μεταξύ διοίκησης και διαχείρισης, τη θέσπιση διαδικασιών προκειμένου για την καλύτερη επικοινωνία μεταξύ διοίκησης, διαχείρισης, εξωτερικού και εσωτερικού ελέγχου, αλλά και την αύξηση της εταιρικής απόδοσης. Δεδομένου ότι, όλα τα προαναφερόμενα είναι επιδιώξεις για το θεσμό της εταιρικής διακυβέρνησης, αντιλαμβανόμαστε ότι, τόσο η επιτροπή ελέγχου, όσο και ο εσωτερικός έλεγχος, όταν λειτουργούν αποτελεσματικά, διαθέτουν συγκεκριμένη δομή και χαρακτηριστικά και αναπτύσσουν την κατάλληλη επικοινωνία μεταξύ τους, είναι οι σημαντικότεροι μηχανισμοί στα πλαίσια της εταιρικής διακυβέρνησης. Κατά συνέπεια, συνδράμουν στην αποτελεσματική και ορθή εφαρμογή της, με τις γνωστές θετικές επιπτώσεις που έχει αυτή, στην πορεία κάθε μορφής οργανισμού. Οι βιβλιογραφικές αναφορές στις οποίες ανατρέξαμε, συνήθως, αναφέρονταν σε μεγάλου μεγέθους οικονομικές οντότητες, εισηγμένες σε διεθνή χρηματιστήρια, οι οποίες είχαν συστήσει και διέθεταν επιτροπές ελέγχου, αλλά και οργανωμένα τμήματα εσωτερικού ελέγχου. Επιπλέον, δεν καταφέραμε να εντοπίσουμε επιστημονικές βιβλιογραφικές αναφορές, σχετικά με τη λειτουργία της επιτροπής ελέγχου στον Ελλαδικό χώρο. Η σχέση που αναπτύσσεται μεταξύ επιτροπής ελέγχου και εσωτερικού ελέγχου επιτάσσεται να είναι αποτελεσματική, προκειμένου να έχει ευεργετική επίδραση, τόσο στην εταιρική διοίκηση και διαχείριση, όσο και στον έλεγχο. Θεωρητικά, αποδεικνύεται ότι, με αυτόν τον τρόπο, συνδράμουν καταλυτικά στην εφαρμογή «καλής» εταιρικής διακυβέρνησης. Από όσο γνωρίζουμε, σε επίπεδο χώρας, δεν έχει αναφερθεί εργασία που να αναλύει την αρθογραφία και να συνδέει με τέτοιο τρόπο τη δεδομένη διαθρωτική σχέση. Ευελπιστούμε ότι, η συγκεκριμένη ανάλυση μπορεί να αποτελέσει το υπόβαθρο εκείνο, στο οποίο, θα στηριχθούν μελλοντικές εμπειρικές έρευνες, σε επίπεδο χώρας.